Βροχή είναι αυτές οι σταγόνες, αλκοόλ ή δάκρυα;
Ανάμεσα σε λάκκους γεμάτους λάσπη, ανάμεσα σε νωπά κουφέτα, σε καλοσερβιρισμένα δείπνα, σε εύφλεκτους χαρτοφύλακες, μπορεί άραγε να υπάρξει ο Θεός;
Δέκα άνθρωποι, μια νύχτα σε μια πόλη που μάλλον έχει βρέξει, μεθούν και χάνουν την ισορροπία τους. Αιωρούμενοι μεταξύ γης και ουρανού, αποφασίζουν να αναζητήσουν με βία, την ομορφιά κάτω από τα λερωμένα ρούχα τους.
Η ομάδα 10oz. αποτελείται από 10 ανθρώπους που τους ένωσαν οι σπουδές τους στη δραματική σχολή και η ανάγκη τους να μιλούν με μουσκεμένα δάχτυλα.
Το έργο «Οι Μεθυσμένοι» του Ivan Vyrypaev εμφανίστηκε στις οθόνες μας κατά τη διάρκεια του 4ου έτους των σπουδών μας όταν υπήρχαμε κι εμείς – όπως επέβαλλε η συνθήκη – ως απομακρυσμένες φιγούρες στα όρια των λάπτοπ μας. Τρομοκρατημένοι, με μια αγιάτρευτη ανάγκη να πιστέψουμε σε κάτι, να αγαπήσουμε κάτι έξω από εμάς και τα ψηφιακά παράθυρά μας, συναντηθήκαμε μια νύχτα με τα πρόσωπα των «Μεθυσμένων». Πρόσωπα όμοια με τα δικά μας. Πρόσωπα σε άρση, σαν μια βόμβα που έχει σκάσει και τα κομμάτια της ακόμη αιωρούνται. Πρόσωπα που συνέθεταν για εμάς την εικόνα της επόμενης μέρας· της μέρας που θα άνοιγε η πόρτα και θα βρισκόμασταν και πάλι στον κόσμο, γυμνοί σαν νεογέννητοι, στην απέραντη θάλασσα των ερωτηματικών. Μια θάλασσα που ποτέ δε στερεύει.
Μια νέα κοπέλα και ο διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου, αρθρώνοντας σαν μόλις να γεννήθηκαν, προσπαθούν με γροθιές να αποδιώξουν το θάνατο, τον οριστικό και ανεπίστρεπτο, αυτόν που σε τρώει από μέσα.
Δυο γυναίκες, μια νύφη και ένα μοντέλο, πνίγουν τη φιλία τους στη σαμπάνια του γαμήλιου άφτερ πάρτι. Προσπαθώντας η μία να ανοίξει την – επιμελώς σφιγμένη – στρόφιγγα της συγχώρεσης στην άλλη, ως σούπερ ήρωας με γαμπριάτικα, εισβάλλει το κοινό αντικείμενο του πόθου τους, και αντί να τις σώσει, καβαλάει ένα πλήθος ερωτηματικά˙ δε θυμάται ποια από τις δύο παντρεύτηκε και γιατί, κάνει βόλτα μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, δίνει εξηγήσεις που έχει ξαναδώσει, μοιράζει φιλιά που έχουν ξεθυμάνει, μα εν τέλει επιστρέφει στην ασφάλεια των όρκων του.
Δυο τραπεζικοί υπάλληλοι με τις συζύγους τους, παίρνουν ένα πλουσιοπάροχο δείπνο, σε ένα τραπέζι με τέσσερις καρέκλες μα έξι συνδαιτημόνες. Πίνοντας τo 12ετές ρούμι τους από τη Βενεζουέλα, ξυπνούν – άθελά τους; – τα φαντάσματα της μητέρας του ενός, μα και του γάτου της. Σε ένα δείπνο που αναποδογυρίζουν μυαλά, σχέσεις και τραπεζοκαθίσματα, που οι γάτοι κατακρίνονται ως ανθρωποφάγοι, που οι φίλοι φορώντας φωτοστέφανο πέφτουν στα γόνατα ζητώντας συγχώρεση, που η μοιχεία αναδύεται από τις μικρές οπές του λινού τραπεζομάντηλου με μπροντερί σχέδια, και εγκαθίσταται στο τραπέζι ως αλατοπίπερο, ο Θεός τραβάει το καζανάκι και ανοίγει την εξώπορτα.
Και κάπου εκεί, έξω από την πόρτα, κάπου που μπορεί να είναι δρόμος, ή πεζόδρομος, ή μπαρ, ή όνειρο, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, κενοί βλέμματος, με αλκοόλ αντί για αίμα, και αντίστροφο μετρητή αντί για καρδιά, συναντιούνται και υψώνουν τα μπουκάλια τους.
Και κάπου εκεί, ένας άνθρωπος που ποτέ κανείς δεν είχε προσέξει, ένας άνθρωπος που ποτέ δεν είχε ξαναμιλήσει, ένας άνθρωπος σαν τους ανθρώπους στα μεταμεσονύκτια λεωφορεία της γραμμής, καίει το χαρτοφύλακά του, υψώνει και το δικό του μπουκάλι και παίρνει το βήμα. Ως προφήτης επί γης βάζει φωνή στην, προηγουμένως άηχα σχηματισμένη στα χείλη του, λέξη «αγάπη». Και ως απάντηση λαμβάνει από τους ανθρώπους, την βίαιη προσγείωση των μπουκαλιών τους στο κεφάλι του. Είναι το αίμα του αληθινό; Ζει; Αναπνέει; Ξαναμιλάει στα αλήθεια; Ή αυτό που ακούγεται από το στόμα του είναι ο ψίθυρος του Θεού; Ο Θεός ο ίδιος; Όλοι κοιτάζοντας τον αιμόφυρτο και όρθιο προφήτη κάνουν ένα βήμα πίσω, που οδηγεί ένα βήμα πιο κοντά ο ένας στον άλλον. Και εκεί παίρνουν την απόφαση να κάνουν κάτι διαφορετικά, αλλιώς από ό,τι πριν, χάνονται στα στενά της πόλης μα είναι άλλοι, καλύτεροι από αυτούς ξεκίνησαν.
Τα στόματά τους τώρα ξεχειλίζουν την αλήθεια, ζητούν ειλικρινή συγχώρεση, προσπαθούν να καταλάβουν, αλλάζουν τον ρου της ιστορίας τους και μάλλον και του κόσμου. Σαν σε ομαδική αναμνηστική φωτογραφία συναντιούνται: οι τραυματιοφορείς ενός ασθενοφόρου που δε φροντίζει τους μεθυσμένους, μια μοιχαλίδα, ο Dr. House, δύο τραπεζικοί υπάλληλοι, μια σύζυγος που αποκτά φωνή, o Lars Von Trier, μια για πάντα ντυμένη νύφη, η πανέμορφη Γκιουλμπαχάρ, ο Bill Gates, μια πόρνη, και ο Ιησούς Χριστός. Κάποιος μετρά μέχρι το τρία.
Υπάρχει ο Θεός; Και αν ναι, κοιτάζει καθόλου προς τη γη;
Υπάρχει ο θάνατος πανέμορφη Γκιουλμπαχάρ;
Τι συμβαίνει στα χείλη που από το φιλί μεταβαίνουν στο κενό;
Είναι όλα σε αυτόν τον κόσμο προαποφασισμένα;
Πώς μπορεί ένας γάτος να σκοτώσει έναν άνθρωπο;
Μοιάζει ο ψίθυρος του Θεού με κλάμα;
Και πού είναι η ευτυχία;
Νιώθει κανείς καλύτερα τώρα;
Είσαι ο Ιησούς Χριστός;