Η Γκαλερί Contemporary Athens διοργανώνει την ομαδική έκθεση «Όψεις του βλέμματος» στην Ερμούπολη της Σύρου.
Στην έκθεση «Όψεις του βλέμματος» συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Γωγώ Ιερομονάχου, Πέτρος Καραβεβας, Αλεξάνδρα Μάντζαρη, Αλεξάνδρα Μπενάκη, Αδριανός Σωτήρης, Μιχαήλ Τσακουντής.
«Το αντικείμενο μου στη ζωγραφική είναι να προσπαθήσω να κινήσω τις αισθήσεις δίνοντας μια εντατικοποίηση της πραγματικότητας.» Lucian Freud (1922-2011)
«Πάντα θα σκεφτόμουν πώς κατασκευάζονται οι εικόνες από το χρώμα. Οι Κινέζοι όμως λένε ότι χρειάζεσαι τρία πράγματα για να ζωγραφίσεις: το χέρι, το μάτι και την καρδιά.» David Hockney (1937)
Το πορτραίτο και γενικά το ανθρώπινο σώμα, διαχρονικά ως θέμα στη ζωγραφική, είναι από τις πιο δημοφιλή εκφάνσεις των καλλιτεχνών. Στις απόψεις των δυο κορυφαίων σύγχρονων εικαστικών διαφαίνεται η διαφορετικότητα τόσο στην πηγή της έμπνευσης όσο και στην προσωπική εκτίμηση, Παρόλο που η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος στην τέχνη έχει μεγάλη ποικιλομορφία, αφού αλλάζει η έννοια του κάλλους ανά τον κόσμο, τείνει να διαχωρίζεται σε τρεις διακριτές παραμέτρους ή κατηγορίες, στο ύποπτα τέλειο, στο καταθλιπτικό ή καρτουνίστικα αληθινό και στο αφηρημένο. Έτσι πολλοί παρέχουν εντυπωσιακές απεικονίσεις της παρατηρούμενης πραγματικότητας ενώ άλλοι είναι φορτισμένοι με σύνθετους συμβολισμούς, συνειρμούς και νόημα. Οι γεωμετρικές φόρμες, τα βίαια εξπρεσιονιστικά χρώματα και οι αφηρημένες συνθέσεις απασχολούν επίσης ένα μεγάλο μέρος των καλλιτεχνών. Όμως όλοι αυτοί οι τρόποι είναι όργανα ταυτότητας, αντικατοπτρισμένες εικόνες του εαυτού τους, μοντέλα του ποιοι νομίζουνε ότι είναι και πώς θέλουν να εμφανίζονται στον κόσμο. Σ’ αυτή την έκθεση οι συμμετέχοντες είναι νέοι εικαστικοί που ενστερνίστηκαν τις εγχώριες και διεθνής επιρροές, δημιουργώντας εικόνες με ιδιαίτερη αισθητική που αντανακλούν την προσωπικότητα και τις επιδιώξεις τους.
Τα έργα της Γωγώ Ιερομονάχου χαρακτηρίζονται από τολμηρά χρώματα και υπερβολικές ανθρώπινες μορφές με τη γλώσσα της σάρκας ν’ αμφισβητεί τις παραδοσιακές έννοιες της ομορφιάς. Ο επιδέξια αναχρονιστικός και στυλιζαρισμένος σωματότυπος είναι μια συνέχεια της σκόπιμης αντιπαράθεσης της Ιερομονάχου σε ιστορικά έργα της παγκόσμιας τέχνης και τονίζει το ιδιαίτερο αλλά παραδοσιακό της στυλ. Ο θεατής αντλεί θέματα και συνειρμούς μέσα μιας παράξενης αντιπαράθεσης μεταξύ της ευλάβειας της παραδοσιακής ζωγραφικής και των απεικονίσεων αποκρουστικών μορφών μεδιαταραγμένα και ασαφή χαρακτηριστικά, δίνοντας μια ρευστότητα στα όρια μεταξύ της αχαλίνωτης θηλυκότητας και ρωμαλέας αρρενωπότητας. Οι μορφές αυτές καλλωπίζονται και εξωραΐζονται με λουλούδια, κορδέλες, πεταλούδες ή μικρά χρηστικά αντικείμενα φετίχ της Ιερομονάχου μέσα σ ένα περιβάλλον συνήθως ασαφή, εξυψώνοντας την ποιητικότητα και ιεροτελεστία της σκηνής.
Στους πίνακες του ο Πέτρος Καραβέβας επιδεικνύει την απτότητα των ανθρώπων, μέσω της νατουραλιστικής απεικόνισης, της ωμής σωματικότητας και την συναισθηματικής ευθραυστότητας που εκπέμπουν. Ο καλλιτέχνης δίνει έμφαση σε μικρές λεπτομέρειες, όπως η αφύσικη στάση του σώματος η αντινατουραλιστική στάση των ποδιών, η κίνηση των μυών, η υφή του δέρματος. Από-ιδανικοποιεί έτσι το ανθρώπινο σώμα, σπάζοντας την παράδοση της κλασικής αναπαράστασης ως ένα όμορφο και αψεγάδιαστο αντικείμενο. Επιμένει όμως στη συναισθηματική σωματολογία και βάζει το θεατή στη θέση ενός παρατηρητή, ενός ηδονοβλεψία που διαπερνάει στον προσωπικό χώρο του μοντέλου, που εισβάλλει στον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο του, δίνοντας του χαρακτηριστικά, ερμηνεία και απεικόνιση. Ο τρόπος που ζωγραφίζει ο Καραβέβας δίνει έμφαση στη σαρκότητα του σώματος και του προσώπου, που αυτό επιτυγχάνοντας να ζωγραφίζει με πινελιές διαφορετικής υφής, άλλες χτισμένες με απαλότητα, διαφάνεια και είναι σχετικά λείες σε κάποιες περιοχές, ενώ σε άλλες είναι παχιές, έντονες και βίαιες.
Η Αλεξάνδρα Μάντζαρη έχει αναπτύξει ένα ξεχωριστό στυλ, με μια σιωπηλή εφαρμογή μιας χλωμής, σχεδόν μονοχρωματικής παλέτας, που συχνά διαχωρίζει το θέμα από το περιβάλλον του με ένα αφηρημένο φόντο, ενός απροσδιόριστου ή καθόλου χώρου. Τα έργα της εξερευνούν την αφαίρεση μέσω της μείωσης τόσο της μορφής όσο και του χρώματος αφαιρώντας από το θέμα καθετί περιττό η διακοσμητικό. Η αντίθεση του λευκού στο φόντο με το σκοτεινό του θέματος που καταλαμβάνει τον περισσότερο χώρο του καμβά, μπορεί να παρομοιαστεί με την ενεργοποίηση εξισορροπητικών δίπολων όπως σημαντικό-ασήμαντο, ήσυχο-τρομακτικό, λόγος-σιωπής. Το θέμα φτάνει γρήγορα στα μάτια του θεατή, οι εκφράσεις των προσώπων που επιλέγει να αποδώσει είναι απόμακρες αλλά τα δυνατά, γραφικά περιγράμματα δείχνουν αποφασιστικότητα, αισθησιασμό και ζωντάνια. Έτσι τα πρόσωπα αποκτούν μια ιδιαίτερη οπτική σαν να βρίσκονται πίσω από ένα πέπλο, κάνοντάς τα να φαίνονται σχεδόν διαφανή, καθώς η πιο λεπτή μπογιά στάζει στον καμβά, παρόμοια με την ακουαρέλα όταν ξεπλένεται.
Η Αλεξάνδρα Μπενάκη απολαμβάνει την αποδιοργάνωση της σωματικότητας, της γραμμικής προοπτικής και της θεωρίας των χρωμάτων. Τα έργα της είναι η αποθέωση του σχεδίου και της χρωματικής έξαρσης. Δείχνει ότι οι ορθοδοξίες στη ζωγραφική προορίζονται για να συντρίβονται και ότι τα αντίθετα μπορούν να συνυπάρχουν. Με εμφανείς αναφορές στην pop art, αναβιώνει την εικονιστική ζωγραφική σε ένα στυλ που παραπέμπει στην οπτική γλώσσα της διαφήμισης, επιμένοντας όμως στο προσωπικό κεντρικό θέμα. Τα πορτραίτα της οικεία, εύκολα αναγνωρίσιμα και ταυτισμένα με τον θεατή βρίσκονται συχνά παγιδευμένα σε ιδιωτικές στιγμές ενδοσκόπησης. Oι επιβλητικές πεταλούδες που πετούν ανέμελες φαίνονται να προσπαθούν να τα καθυποτάξουν και τα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα διαμορφώνουν το περιβάλλον γύρω τους υπενθυμίζοντας τον κύκλο της ζωής, την αρμονική συνύπαρξη τη δημιουργία και την εξέλιξη και εν τέλει την ευθραυστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Τα έργα του Αδριανού Σωτήρη είναι έντονα βιωματικά, αποτυπώνοντας τα αισθήματα και τα ένστικτά του, όποια και αν είναι αυτά. Μέσα από τους μεταφυσικούς του πίνακές, κινούμενους στο κλίμα του παραμορφωτικού υπερρεαλισμού, μετεωρίζει το θεατή μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, συνείδησης και υποσυνείδητου, εννοιολογικών συλλήψεων και υπαρξιακών βιωμάτων, μυθοπλασίας και καθημερινότητας. Εμμένοντας, όσο αφορά τη θεματική του, στον ερωτισμό, την μορφολογική αλλοίωση και εν τέλει στον αντικατοπτρισμό και την παραμόρφωση, ο Αδριανός έχει το φυσικό ταλέντο να τοποθετεί το καθημερινό και το συνηθισμένο πλάι στο παράξενο και το αντιρεαλιστικό. Τα έργα του, αλληγορικά, είναι ανοιχτά σε διαφορετικές ερμηνείες και πολλαπλά μηνύματα, παράλληλα με το χώρο, που είναι διαρθρωμένος γεωμετρικά, τόσο σε τριγωνικές όσο και σε καμπύλες επιφάνειες. Ιδιαίτερη εντύπωση επίσης προκαλούν η οξύτητα του σχεδίου και η ελευθερία των θεματικών του συνδυασμών.
Ο Μιχαήλ Τσακουντής προσπαθεί να βρει το νόημα της ζωγραφικής σε παραδοσιακά μοτίβα και υπότονες υφές, στις πιο μικρές λεπτομέρειες και χρωματικές αντιθέσεις. σε στιβαρά και σοβαροφανή πρόσωπα μέσα σε δραματικές φωτοσκιάσεις και φωτεινές δεσμίδες δέρματος. Τείνει επίσης να το βρίσκει βαθιά μέσα στα ανθρώπινα όντα. Στα έργα του συνδυάζει την εσωτερική ομορφιά με την εξωτερική, τη σωματική αρμονία με την φυσικότητα και ουδετερότητα του φόντου και του περιβάλλοντος που το περικλείει. Και οι δύο φαινομενικά χωρισμένοι κόσμοι είναι ένας για εκείνο. Κατά συνέπεια, η ίδια η διαδικασία της ζωγραφικής μετατρέπεται σε έναν παρατεταμένο δημιουργικό διαλογισμό, στον οποίο κάθε λεπτομέρεια γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι του συνόλου. Και αυτό που λαμβάνει χώρα στην επιφάνεια, συμβαίνει ταυτόχρονα και μέσα. Ελπίζει ότι η τέχνη του και μέσω της χρήσης συμβόλων, θα ανάψει αυτή τη μυστικιστική σπίθα στην αντίληψη των ανθρώπων. Ότι στην αναζήτησή τους για αρμονία θα κοιτάξουν και τις λεπτομέρειες της ζωής τους, σώζοντας αυτή την καθολική ποιότητα της Ομορφιάς από τη Λήθη.